«Φροντίδα και αλληλεγγύη για μία πιο ανθρώπινη ζωή»

«Φροντίδα και αλληλεγγύη για μία πιο ανθρώπινη ζωή»

Σε ένα θεραπευμένο μηριαίο οστό εντοπίζει η ανθρωπολόγος Μάργκαρετ Μιντ την απαρχή του πολιτισμού. Αυτό γιατί, σε αντίθεση με την αγέλη όπου το λαβωμένο ζώο εγκαταλείπεται, στον άνθρωπο εκείνο κάποιος παρείχε βοήθεια. Η φροντίδα στον πυρήνα του ανθρώπινου πολιτισμού. Αυτή η ιστορία (από το βιβλίο “The Best Care Possible: A Physician’s Quest to Transform Care Through the End of Life” του Ira Byock) κυκλοφόρησε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αυτές τις ημέρες και μοιάζει να αποτυπώνει μία κεντρική διάσταση της συνθήκης που ζούμε: το πόσο αναγκαία και πολύτιμη είναι η σύνδεση και η αλληλοστήριξη. 
Η έκρηξη μίας πανδημίας το 2020 διαταράσσει σε κοινωνικό και ψυχικό επίπεδο την αίσθηση της ισορροπίας. Ποιος διανοούνταν ότι θα μας συνέβαινε στο σύγχρονο κόσμο (στο δυτικό, γιατί σε άλλες περιοχές του πλανήτη οι παρεχόμενες εφαρμογές της επιστήμης δεν είχαν προσπελάσει επιτυχώς..), κάτι που υπήρχε στα ιστορικά βιβλία ή στα δυστοπικά έργα; Ταρακούνημα του κυρίαρχου πολιτισμικού μοντέλου: οργανωμένη καθημερινότητα γύρω από τον εργάσιμο χρόνο, (τάση για) προσθήκη «δραστηριοτήτων» σε παιδιά και ενήλικες, η επιμονή στο ατομικό, ήρθαν τούμπα. 
..και στον ψυχικό μας κόσμο τι; Μάλλον όλοι έχουμε «καταγράψει» - με τον ιδιαίτερο, προσωπικό μας τρόπο - τον κλονισμό από την απειλή κατά της ζωής, το φόβο, την αβεβαιότητα, την αίσθηση αδυναμίας και αβοηθησίας, την αγωνία για την απώλεια οικείων, το πνιγηρό συναίσθημα από τις πληροφορίες που έρχονται από βαριά πληγείσες χώρες. Η καραντίνα μάς «στενεύει» και μας απομάκρυνε από ανθρώπους, καθημερινές πρακτικές, από το φυσικό και αστικό χώρο στον οποίο υπήρχαμε. Συντελείται μία τεράστια ανατροπή: η επαφή, από πηγή ανακούφισης γίνεται πηγή δυνάμει μόλυνσης. 
Μαζί με την πανδημία καθαυτή, πώς πλευρές της επίσημης διαχείρισης επηρεάζουν τα συναισθήματά μας; Ξέροντας ότι επί δεκαετίες το ΕΣΥ έχει υποβαθμιστεί – παρά την παρουσία των υγειονομικών που έχουν αναδειχθεί στους «ήρωες» στους οποίους οι κοινωνίες στηρίζονται -, μπορεί η αγωνία μήπως μείνουμε «ξεκρέμαστοι», αν νοσήσουμε, να μεγεθύνει την έντασή μας; Μας θυμώνει; Άραγε δεν επιτείνει την αναστάτωση η επιβολή δρακόντειων μέτρων – εκείνων που, αν τα δούμε με όρους πραγματικής προφύλαξης, ίσως δε φαίνονται πολύ αποτελεσματικά, όπως το συζητούμενο χρονικό όριο στο ..υπαίθριο περπάτημα; Ή, αντίθετα, το να δουλεύει κανείς χωρίς να πληρούνται οι όροι προστασίας; Το άγχος της οικονομικής επιβίωσης σε καιρό απώλειας εισοδημάτων; Έπειτα, ας δούμε το ζήτημα της ευθύνης: όχι εκείνης που γίνεται κίνητρο για δραστηριοποίηση, μα εκείνης που γίνεται ενοχή και μας βαραίνει, εντεινόμενη από την εμφατική διατύπωσή της στο δημόσιο λόγο, όταν ο άνθρωπος που κάνει μία βόλτα (ακολουθώντας τις οδηγίες προφύλαξης, όπως έχει φανεί ότι η κοινωνία έχει κάνει) λοιδορείται ως «υγειονομική, ασυνείδητη βόμβα». 
Η ζωή μέσα σε ένα σπίτι γίνεται δυσβάσταχτη για τους ψυχικά πάσχοντες ή για όσους βρίσκονται περαιτέρω εγκλωβισμένοι σε ένα περιβάλλον δηλητηριώδες ή κακοποιητικό. Η μέριμνα για τους πιο «ευάλωτους» ανθρώπους πρέπει επιτακτικά να οργανωθεί.
Η «μεγάλη» εικόνα της πανδημίας φέρνει στο προσκήνιο ό,τι από το ψυχικό μας δυναμικό μάς πονάει και μας φοβίζει, καθώς και τους μηχανισμούς που έχουμε αξιοποιήσει για να καταστέλλουμε το άγχος (π.χ. υποβάθμιση της κατάστασης). Σε όλα αυτά ας δώσουμε χώρο, ας μη σπεύσουμε να τα συγκαλύψουμε, ας προσπαθήσουμε να τα μοιραστούμε, με σεβασμό στους ρυθμούς, τον τρόπο και την ανάγκη του καθένα, αλλιώς μας κατακλύζουν και μας καθηλώνουν. Έπειτα, η αναστάτωσή μας μπορεί να ξεσπάει με τη μορφή καχυποψίας και εχθρότητας: προς κάποιον που μπορεί να θεωρήσουμε «απερίσκεπτο» ή προς τον «υστερικό της απολύμανσης». Ακόμα ένα σημείο για να δώσουμε χώρο, ώστε να διευκολύνουμε τους άλλους να αποφορτιστούν και να ενεργοποιήσουν τη λογική επεξεργασία.
Στο ενεργοποιούμενο δυναμικό μας, όμως, συνυπάρχουν και όσα μας ενισχύουν, μας δίνουν αισιοδοξία, δύναμη και μας κινητοποιούν. Σε τέτοιες κρίσεις μπορεί και αναδεικνύεται η «πεισματική» δέσμευση στη ζωή, που μας ωθεί στην ανάληψη πιο ενεργητικού ρόλου σε όλα τα πεδία και σε σημαντικούς επαναπροσδιορισμούς. Μετά, διαμορφώνοντας την πραγματικότητά μας στην καραντίνα με το να ξανα-βρούμε, για παράδειγμα, δημιουργικά κομμάτια μας ή επιθυμίες εγκαταλελειμμένες στους ρυθμούς της «κανονικότητας», επανακτάμε μία αίσθηση ελέγχου της ζωής μας. (Χωρίς «ροζ σύννεφο», γιατί μπορεί κανείς να σκεφτεί: Αν δεν έχω όρεξη; Αν μου λείπουν τα μέσα; Αν έτσι καταπνίγω τα δυσφορικά συναισθήματα; Αν με εξουθενώνει;) 
Μα αν κάτι μέσα σε αυτήν την πρωτόγνωρη πραγματικότητα βιώνουμε σαφέστερα από ποτέ, είναι η αξία της σύνδεσης. Στην ψυχοθεραπευτική πρακτική και στα ερευνητικά δεδομένα βλέπουμε πώς η σύνδεση με τους άλλους καθορίζει όλη την ανάπτυξή μας, βιολογική, ψυχική, κοινωνική. Όλα αυτά δουλεύονται την ίδια στιγμή και «εκεί έξω». Στα μπαλκόνια της Ιταλίας που αντήχησαν μουσικές και έφεραν τους γείτονες κοντά, να μοιραστούν και να ξορκίσουν μαζί. Στα καλάθια στη Νάπολη που καλούν «όποιον έχει να βάλει, και όποιον δεν έχει να πάρει». Πότε χαμογελάμε και νιώθουμε δυνατοί εν μέσω καραντίνας; Στα τσατ που έχουν πάρει φωτιά, όταν χαιρετιόμαστε με αγνώστους περπατώντας, όταν προσφέρουμε βοήθεια με ένα σημείωμα στην πολυκατοικία, όταν διαβάζουμε για πρωτοβουλίες αλληλεγγύης: μοδίστρες φτιάχνουν μάσκες, οπαδοί και ΕΛΜΕ προσφέρουν αναγκαία είδη. Με το μοίρασμα αντέχουμε. Φαντασιωνόμενοι την επόμενη ημέρα, πολλοί περιγράφουν συλλογικά γλέντια, γιατί «για αυτό το ωραίο μαζί είναι φτιαγμένοι οι άνθρωποι». 
Η αντοχή και η αλληλεγγύη σε όσους πλήττονται είναι άμεσες προτεραιότητες. Σε ό,τι αφορά την ψυχολογική υποστήριξη, έχουν στηθεί πρωτοβουλίες, ώστε να είναι προσβάσιμη. Πολλοί συνάδελφοι συνεισφέρουν εθελοντικά σε κινήσεις αλληλεγγύης. Αυτή, όμως, η αίσθηση κοινωνικού καθήκοντος δε φτάνει για να καλύψει τα κενά που έχει αφήσει η κρατική αδιαφορία για ένα επαρκές δημόσιο σύστημα ψυχικής υγείας. 
Όπως οι κοινωνίες, έτσι και οι άνθρωποι - και τούμπαλιν - σε μεγάλες κρίσεις επεξεργαζόμαστε το ερώτημα «προς τα πού θα βαδίσουμε»; Στην ψυχοθεραπεία, έχουμε βαθιά πίστη στις υγειογενετικές δυνάμεις των ανθρώπων, στην επούλωση μέσα στη θεραπευτική σχέση και στις αλλαγές που ομορφαίνουν τη ζωή. Σε όλες τις διαδικασίες του να αλλάζουμε τον κόσμο και να φτιάχνουμε ανθρωπινότερη ζωή, κάτι αντίστοιχο δεν κάνουμε; 

Βάλια Μαστοροδήμου
ψυχολόγος – ειδικευόμενη ψυχοθεραπεύτρια

-

Σχόλια